Προβληματισμό και αναστάτωση έχει προκαλέσει στους κατοίκους των Φιλιατών η διασπορά από αγνώστους αλυτρωτικών φυλλαδίων που φέρουν το έμβλημα του “Ushtria Çlirimtare e Çamërisë (UÇÇ)” (Απελευθερωτικός Στρατός της Τσαμουριάς) και το σύνθημα “Free Chameria” (Ελευθερία στην Τσαμουριά). Από το πρωί της Πέμπτης, το προπαγανδιστικό αυτό υλικό είχε γεμίσει κεντρικό δρόμο των Φιλιατών, μπροστά από σχολείο και εκκλησία.
Το συγκεκριμένο σύνθημα και σύμβολο παραπέμπει σε αλυτρωτικές διεκδικήσεις που σχετίζονται με το αποκαλούμενο “ζήτημα της Τσαμουριάς”. Η διανομή τέτοιου υλικού στην ακριτική πόλη των Φιλιατών, εκλαμβάνεται από τους κατοίκους ως ευθεία πρόκληση.
Η ενέργεια αυτή έχει ήδη προκαλέσει ανησυχίες και στις τοπικές αρχές, καθώς η διασπορά του υλικού σε δημόσιους χώρους και μάλιστα κοντά σε σχολεία και εκκλησίες εγείρει σοβαρά ερωτήματα για την προέλευση και τους σκοπούς των δραστών.
Για το περιστατικό, το οποίο καταγράφεται για πρώτη φορά, ενημερώθηκαν η αστυνομία και οι αρμόδιες αρχές και διεξάγεται σχετική έρευνα.
Ιστορική ανακρίβεια και αλυτρωτικές θεωρίες
Οι διεκδικήσεις που προβάλλουν κύκλοι προσκείμενοι στο αποκαλούμενο “ζήτημα της Τσαμουριάς” βασίζονται σε ανιστόρητες και παραποιημένες αφηγήσεις. Οι ισχυρισμοί περί “αλύτρωτων περιοχών” στη Θεσπρωτία και οι αιτιάσεις για “εθνοκάθαρση” από την ελληνική πλευρά δεν έχουν καμία ιστορική τεκμηρίωση. Αντιθέτως, η ιστορική πραγματικότητα είναι σαφής: κατά τη διάρκεια της Κατοχής, ομάδες Τσάμηδων συνεργάστηκαν με τις δυνάμεις κατοχής, ιδιαίτερα τους Ιταλούς και τους Γερμανούς, εμπλεκόμενοι σε εγκλήματα πολέμου κατά του ελληνικού πληθυσμού.
Μετά την απελευθέρωση, οι πρωταίτιοι φυγάδευσαν τις οικογένειές τους στην Αλβανία για να αποφύγουν τη δικαιοσύνη. Τα ελληνικά δικαστήρια εξέδωσαν καταδικαστικές αποφάσεις για εγκλήματα πολέμου εις βάρος πολλών Τσάμηδων, ενώ η περιουσία τους δημεύτηκε ως αποζημίωση για τις καταστροφές που προκάλεσαν.
Η ανθελληνική δράση
Εξάλλου, ανθελληνική δράση των Μουσουλμάνων Τσάμηδων υπάρχει ήδη από την απελευθέρωση της Ηπείρου από τον ελληνικό στρατό, στους Βαλκανικούς πολέμους 1912- 1913. Είναι γνωστό ότι εκείνη την περίοδο δυνάμεις άτακτων Μουσουλμάνων Τσάμηδων έκαψαν ελληνικά χωριά σε Θεσπρωτία, Πρέβεζα και Ιωάννινα ενώ κατά την απελευθέρωση, ένοπλα τμήματά τους πολέμησαν στο πλευρό του τουρκικού στρατού.
Μετά την προσάρτηση της Αλβανίας από τους Ιταλούς, το 1939, οι Μουσουλμάνοι Τσάμηδες χρησιμοποιήθηκαν από το φασιστικό καθεστώς της Ρώμης, ακόμη και με σκηνοθετημένα αιματηρά επεισόδια στα ελληνοαλβανικά σύνορα, για να δικαιολογήσουν την ιταλική εισβολή του 1940 στην Ελλάδα. Οι Αλβανοί, περιλαμβανομένων φυγόστρατων Μουσουλμάνων Τσάμηδων, συμμετείχαν στις πολεμικές επιχειρήσεις των Ιταλών με 18 τάγματα πεζικού πρώτης γραμμής. Το μέτωπο του ποταμού Καλαμά (νότιο μέτωπο) δεν άντεξε την ιταλική επίθεση αφού εισέβαλλαν από το αλβανικό έδαφος στη Θεσπρωτία και διείσδυσαν σε όλη την περιοχή μέχρι την Πρέβεζα, οι Ιταλοί υποχώρησαν όμως μετά από λίγες εβδομάδες εξ αιτίας της αρνητικής για εκείνους τροπής που πήραν τα πράγματα στο μέτωπο της Πίνδου.
Είναι χαρακτηριστικό ότι το πρωί της 28ης Οκτωβρίου 1940, λίγες ώρες μετά την εισβολή των ιταλο- αλβανικών στρατιωτικών δυνάμεων, ο Πρωθυπουργός της Αλβανίας Σιεφγκέτ Βερλιάτσι, διάβασε, από το ραδιοφωνικό σταθμό των Τιράνων, το παρακάτω διάγγελμα του Υπουργικού Συμβουλίου της Αλβανίας.
Το κείμενο του διαγγέλματος δημοσιεύτηκε στη συνέχεια στην εφημερίδα των Τυράννων Tomori, στη «γκέγκικη» διάλεκτο που ήταν η επίσημη γλώσσα του κράτους και στην ιταλική γλώσσα:
«Αλβανικέ Λαέ! Η Κυβέρνησή Σου διασαλπίζει τον ενθουσιασμό και την πίστη της στη σημερινή λαμπρή ημέρα για την Πατρίδα μας.
Το όνειρο των προγόνων μας, η ιερότερη ελπίδα των χρόνων της νεότητος και της ακμής μας πραγματοποιήθηκαν.
Οι αλβανικοί πληθυσμοί της Τσαμουριάς επιστρέφουν στους κόλπους της Αλβανικής Πατρίδος.
Τα σώματα του ενδόξου Ιταλικού Στρατού, που περιλαμβάνουν στις γραμμές τους και επίλεκτα τμήματα Αλβανών στρατιωτών, ανέτρεψαν με την ορμή τους την ελληνική γραμμή των συνόρων και προήλασαν στα προσφιλή εδάφη της Τσαμουριάς, όπου τόση μεγάλη αλβανική ιστορία και παράδοση κυριάρχησε σε κάθε περίοδο…».
Μετά την ήττα της Ελλάδας και την εδραίωση της ιταλικής κατοχής στην Ήπειρο, τον Μάιο του 1941, άρχισαν να δραστηριοποιούνται στην περιοχή οι πρώτες ένοπλες ομάδες των Μουσουλμάνων Τσάμηδων. Οι υποσχέσεις που έδωσαν στην Αλβανία οι δυνάμεις του Άξονα για τη στήριξη των εδαφικών της βλέψεων προκειμένου να δημιουργηθεί η «Μεγάλη Αλβανία», είχαν σαν αποτέλεσμα η συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού των Μουσουλμάνων Τσάμηδων να υποστηρίξει ενεργά τις κατοχικές δυνάμεις.
Με βάση αυτές τις υποσχέσεις, την 3η Μαΐου του 1941, η αλβανική κυβέρνηση υπέβαλε μνημόνιο στο ιταλικό Υπουργείο Εξωτερικών με αξιώσεις έναντι της Γιουγκοσλαβίας και της Ελλάδας. Ειδικά για την Ελλάδα, διατυπώθηκε η απαίτηση να προσαρτηθούν στην Αλβανία, εκτός από τη Θεσπρωτία, οι νομοί Ιωαννίνων και Πρέβεζας και τμήμα του νομού Άρτας βορείως του Αράχθου ποταμού, καθώς και τμήματα της Δυτικής Μακεδονίας, όπως ακριβώς είχε διατυπωθεί σε παρόμοιο αίτημα των Αλβανών προς τις Μεγάλες Δυνάμεις κατά τη Συνδιάσκεψη του Βερολίνου το 1878.
Εγρήγορση
Το περιστατικό που συνέβη στους Φιλιάτες αναδεικνύει τη σημασία της ενότητας και της εγρήγορσης απέναντι σε προπαγανδιστικές κινήσεις που στοχεύουν στην αμφισβήτηση της εδαφικής ακεραιότητας και της ιστορικής αλήθειας. Η Ελλάδα παραμένει σταθερή στη διατήρηση της ειρήνης και της καλής γειτονίας, απορρίπτοντας οποιαδήποτε αλυτρωτική απαίτηση που δεν έχει καμία βάση στην πραγματικότητα.