Τη γνώση του για τις απευθείας αναθέσεις εκατομμυρίων ευρώ σε Νοσοκομείο της Ηπείρου, επιβεβαίωσε δημόσια ο Υπουργός Υγείας Άδωνις Γεωργιάδης, δηλώνοντας από το βήμα της Βουλής πως το σχετικό πόρισμα της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας έχει ήδη τεθεί στο αρχείο από τον ίδιο εδώ και πολύ καιρό και πως αφορά διοίκηση του Σπύρου Δερδεμέζη. Παρότι ο έλεγχος της Αρχής ανέδειξε αναθέσεις ύψους άνω των 4 εκατομμυρίων ευρώ, που αντιστοιχούν στο 53% των συμβάσεων νοσοκομείου της Ηπείρου κατά το 2023, το Υπουργείο επέλεξε να μην προχωρήσει σε πειθαρχικό έλεγχο, κατά τις σχετικές συστάσεις της Ανεξάρτητης αρχής.
«Το είδα, είναι σοβαρό πόρισμα, αλλά το βάλαμε στο αρχείο», είπε χαρακτηριστικά ο Υπουργός, ενώ υποστήριξε ότι οι αναθέσεις «έχουν νομιμοποιηθεί με νόμο» και αποτελούν πάγια πρακτική του ΕΣΥ.
Αρχικά, ο κ. Γεωργιάδης ανέφερε λανθασμένα το Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Ιωαννίνων ως αντικείμενο του ελέγχου, τονίζοντας πως αφορά σε κάθε περίπτωση διοίκηση του Σπύρου Δερδεμέζη. Ωστόσο, ο κ. Δερδεμέζης ανέλαβε παράλληλα καθήκοντα στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο πέραν του «Χατζηκώστα» όπου υπηρετεί εδώ και χρόνια ως διοικητής, το Μάρτιο 2024. Άρα, το πόρισμα αφορά τα πεπραγμένα της διοίκησης Δερδεμέζη στο νοσοκομείο «Χατζηκώστα», μιας και το 2023, χρονιά ελέγχου της ΕΑΔ, δεν βρίσκονταν το συγκεκριμένο πρόσωπο στη διοίκηση του ΠΓΝΙ.
Έκλεισε ο φάκελος
Παρά την έκταση και το οικονομικό βάρος των απευθείας αναθέσεων, ο φάκελος έκλεισε σιωπηλά, χωρίς θεσμική αξιολόγηση ή διερεύνηση των επιλογών της διοίκησης. Ο Υπουργός Υγείας επιχείρησε να εμφανίσει την υπόθεση ως “κλεισμένη”, προτάσσοντας το επιχείρημα της ανάγκης λειτουργίας των νοσοκομείων με “ευελιξία”.
«Αν ίσχυαν οι κανόνες που λέει η Εθνική Αρχή Διαφάνειας, δεν θα μπορούσαν να λειτουργήσουν τα νοσοκομεία. Τα μισά χειρουργεία δεν θα γίνονταν γιατί δεν θα υπήρχαν υλικά», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Στο ίδιο πνεύμα, υποβάθμισε τη σημασία του ελέγχου της ΕΑΔ, δηλώνοντας ότι, αν και η Αρχή «είναι πολύ σωστή στη δουλειά της», οι ελεγκτές «δεν έχουν ιδέα πώς λειτουργεί ένα νοσοκομείο». Αν και επανέλαβε ότι πρόκειται για «πολύ σοβαρό πόρισμα», δεν άφησε καμία υπόνοια ότι το Υπουργείο θα επανεξετάσει ή θα ζητήσει εξηγήσεις για τις πρακτικές που καταγράφηκαν.
Η επιχειρηματολογία του Υπουργού εστιάζει στην “πραγματικότητα” του ΕΣΥ, όπου οι διοικήσεις καταφεύγουν σε απευθείας αναθέσεις προκειμένου να εξασφαλίσουν υλικά ή υπηρεσίες εγκαίρως. Όμως η επίκληση της «αναγκαιότητας» δεν απαντά στο αν υπήρξαν κατατμήσεις, υπερκοστολογήσεις, αδιαφάνεια ή κατάχρηση της διαδικασίας, ερωτήματα που η αρχειοθέτηση του φακέλου αφήνει αναπάντητα.
Η επιλογή του Υπουργείου να μην προχωρήσει καν σε πειθαρχική διερεύνηση δείχνει ότι η πρακτική των απευθείας αναθέσεων όχι μόνο είναι ανεκτή, αλλά και πολιτικά προστατευόμενη — ακόμη και όταν αφορά ποσά εκατομμυρίων, ακόμα και σε περιόδους εκτός κρίσεων, όπως για παράδειγμα η πανδημική.