Ο Mark C. da Costa γεννήθηκε στις 26/06/1993 στην Αθήνα και η ειμαρμένη τον προίκισε να είναι γόνος Ιρλανδο-Πορτογάλου πατέρα και Ελληνο-Αυστραλής μητέρας. Η αγάπη του για την ελληνική καταβολή του οδήγησε τα ακαδημαϊκά του βήματα στην Φιλοσοφική και το Τμήμα Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων. Συνέχισε τη μετεκπαίδευσή του στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών (ΕΚΠΑ) στο Ηλεκτρονικό Επιχειρείν και Brand Marketing. Υποτασσόμενος από νωρίς στην καλλιτεχνική του φύση σε ηλικίας μόλις 12 ετών βραβεύτηκε με το 1ο βραβείο σε καλλιτεχνικό διαγωνισμό (Lions Club International) και έκτοτε οι βραβεύσεις δε σταμάτησαν.
Στην καθημερινότητά του ως νέος, ως “θύτης” και “θύμα” των καιρών μοιράζεται τις εικαστικές του και λογοτεχνικές του ανησυχίες στον προσωπικό του λογαριασμό στο Instagram που σήμερα μετρά περισσότερους από 16.500 ακόλουθους ανά τον κόσμο.
Μέσα από τις καλλιτεχνικές του «ανησυχίες» ο Mark έγινε και ο συγγραφέας του βιβλίου «Λύω, σιωπή!».
Τι είναι όμως το “Λύω, σιωπή!”;
Είναι ένα βιβλίο 222 σελίδων και βάρους 0.3100 kg που ξεπερνά κατά πολύ σε έκταση και βαρύτητα το πεπερασμένο των αριθμών αυτών. Μέσα στα 8 διηγήματα που απαρτίζουν το βιβλίο, βρίσκει κανείς του πρωταγωνιστές του in medias res, πάνω στην κόψη των πιο καθοριστικών στιγμών της ζωής τους. Κάτω από το βάρος αυτών των συνθηκών δοκιμάζεται η αντοχή και η ακεραιότητα των χαρακτήρων τους κάνοντας ψυχογραφικές βουτιές στα θολά νερά που οι προβληματισμοί τους εγείρουν.
Το “Λύω, σιωπή!” έχει αμιγώς κοινωνική θεματολογία από την οποία και αφορμάται, θίγοντας μια πληθώρα ευαίσθητων κοινωνικών ζητημάτων και είναι ένα από τα λίγα έργα της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας που καταπιάνεται τόσο ανοιχτά με ιστορίες που έχουν LGBTQ+ περιεχόμενο, ενώ ταυτόχρονα ασχολείται με τερματικές νόσους, με περιπτώσεις σεξουαλικής κακοποίησης, με εθισμούς, με τυπολατρικές πρακτικές και εθνικιστικές τάσεις με ζητήματα ενδοοικογενειακής βίας αλλά και ρατσιστικών φαινομένων απέναντι σε κάθε μορφή διαφορετικότητας. Εν γενεί τοποθετείται σε φαινόμενα κοινωνικής παθογένειας που όλοι έχουμε υποστεί ή ασκήσει είτε ως θύτες, είτε ως θύματα.
Όλες οι ιστορίες έχουν πρωτογενές ίζημα, είτε με τη μορφή του προσωπικού βιώματος είτε της μαρτυρίας και την καταγραφή αυτής και αυτό είναι που κάνει και το βιβλίο να ξεχωρίζει. Οι σκληρές σχεδόν όμως καταγραφές της πραγματικότητας στην οποία ζούμε.