Μια αίσθηση δυσαρέσκειας για το χαμηλό επίπεδο συνεργασίας της με τη δημοτική αρχή του Δήμου Ιωαννιτών αλλά και αποδοκιμασία της πολιτικής απόφασης αύξησης των ανταποδοτικών τελών, εκ μέρους της δημοτικής αρχής, εκφράζει η Ένωση Ξενοδόχων Νομού Ιωαννίνων με επιστολή της προς το Δήμαρχο Μωυσή Ελισάφ και τις παρατάξεις του δημοτικού συμβουλίου Ιωαννίνων.
Το Διοικητικό Συμβούλιο της Ένωσης Ξενοδόχων αναφέρει κατ’ αρχάς πως οι προτάσεις που κατέθεσε στη δημοτική αρχή πριν από έναν χρόνο, δεν απαντήθηκαν ποτέ… Οι προτάσεις αυτές αφορούσαν την προσπάθεια ένταξης του Κάστρου και της Νήσου των Ιωαννίνων στα Μνημεία Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO, αλλά και στη δημιουργία του Μουσείου της πόλης των Ιωαννίνων. Η Ένωση Ξενοδόχων τόνιζε τότε και επαναλαμβάνει σήμερα, πως οι προτάσεις αυτές δεν θα προκαλέσουν καμία οικονομική επιβάρυνση για το Δήμο αλλά μπορούν να υλοποιηθούν με την οικονομική συμβολή των επιχειρήσεων του Νομού μας, στο πλαίσιο της Κοινωνικής και Εταιρικής Ευθύνης τους.
Οι πρωτοβουλίες αυτές λέει η Ένωση, πρέπει να προχωρήσουν κατά επιτακτική ανάγκη, «διότι αναφέρονται στη δημιουργία στρατηγικού σχεδιασμού για να ενισχυθεί το brand name “Ioannina” και για να προκύψουν τα μέγιστα οφέλη από το νέο αυτοκινητόδρομο Ιωάννινα-Καλπάκι-Κακαβιά που εξήγγειλε πρόσφατα η κυβέρνηση πως θα δημοπρατήσει εντός του 2022.
Παράπονα για τα τέλη
Επιπρόσθετα, η Ένωση Ξενοδόχων αναφέρεται και στην πρόσφατη απόφαση του δημοτικού συμβουλίου Ιωαννίνων για την αύξηση των τελών καθαριότητας και οδοφωτισμού, την οποία χαρακτηρίζει «δυσάρεστη έκπληξη» για το σύνολο των μελών της Ένωσης που δραστηριοποιούνται στα όρια του Δήμου Ιωαννιτών, καθώς κατά την άποψη των ξενοδόχων, «δεν έχουν εκλείψει ακόμα οι λόγοι να μην θεωρούμαστε πληγείσες επιχειρήσεις»…
Η επιστολή τονίζει: «Μπορεί το β΄ εξάμηνο του 2021 να υπήρξαν ικανοποιητικές πληρότητες που σε καμία περίπτωση δεν προσέγγισαν το ποσοστό του 70% (σ.σ. αυτό είναι μια αιχμή προς το Δήμαρχο που έκανε λανθασμένη ενημέρωση στον Υπουργό Τουρισμού προ ημερών…), οι επιχειρήσεις μας όμως έχουν τα τελευταία δύο χρόνια συσσωρευμένες ζημιές και θα χρειαστούν ακόμα μεγάλο χρονικό διάστημα για να καταφέρουν να ορθοποδήσουν. Μπορεί να οδηγηθήκατε σε αυτή την απόφαση, γιατί το προηγούμενο διάστημα υπήρξε ταμειακό έλλειμμα από επιχειρήσεις και νοικοκυριά που αδυνατούσαν να ανταποκριθούν στις οικονομικές τους υποχρεώσεις, με μία τέτοια απόφαση όμως, ενώ ακόμα η υγειονομική και οικονομική κρίση δεν έχει τελειώσει, μας οδηγεί αναπόφευκτα να γίνουμε και εμείς αργά ή γρήγορα στρατηγικοί κακοπληρωτές»…